«ΠΕΡΙ ΑΘΕΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΨΕΥΔΟΠΡΟΦΗΤΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΣΗΜΕΙΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΤΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΟΣ»
Μέρος 2ον (εκ των τριών)
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΙΟΥ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΙΝΑ ΟΡΟΥΣ
ΛΟΓΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ
Ευλόγησον Πάτερ,
Ακούσατε οι Ποιμένες την φωνήν του Αρχιποιμένος, ακούσατε και προσέχετε τον εαυτόν σας, και παντί τω Ποιμνίω. Βλέπετε τους κύνας, βλέπετε τους κλέπτας, «ο γαρ μη εισερχόμενος δια της θύρας εις την αυλήν των προβάτων αλλά αναβαίνων αλλαχόθεν, εκείνος κλέπτης εστί και ληστής». Και πάλιν λέγειν περί αυτών, «Ο μη ων μετ’έμού κατ’εμού εστί».Τουτέστιν εναντίον μου είναι και πάλιν προς αυτούς λέγει, «Εσείς εκ του πατρός σας του διαβόλου είσθε», και πάλιν, «αλλοίμονον εις εσάς ότι κλείετε την Βασιλείαν των ουρανών. Διότι και εσείς δεν έρχεσθε και τους άλλους δεν αφίνετε να έλθουν».
Και αλλού πάλιν, «εσείς δεν είσθε από τα πρόβατα τα εδικά μου». Βλέπεις πως ΠΑΝΤΑΧΟΥ Ο ΔΕΣΠΟΤΗΣ ΣΤΗΛΙΤΕΥΕΙ ΚΑΙ ΠΟΜΠΕΥΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΕΒΕΙΣ ΚΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ,ΔΙΑ ΝΑ ΜΗ ΠΛΑΝΗΘΩΜΕΝ ΗΜΕΙΣ; Ω!της αφάτου φιλανθρωπίας, ω της αφάτου συγκαταβάσεως, ω της ανεικάστου αγαθότητος! «Τι ανταποδώσωμεν τω Κυρίω περί πάντων τούτων»; Ω Ποιμένες και Συμποιμένες, δού γαρ ολίγα από τα πολλά είπαμεν, πως πανταχού μας προστάττει ο Δεσπότης να φυλαγώμεθα, και βοά δια των αχράντων Ευαγγελίων. «Βλέπετε, γρηγορείτε,σπουδάσατε, αγωνίσασθε», και ου μόνον δια των Ευαγγελίων, αλλά και δια των Θεοφόρων Προφητών και των Θεολόγων Αποστόλων τα όμοια λέγει, διότι εις όλους αυτούς αυτός ομιλεί, καθώς βούλεται, και μαρτυρεί μου τον λόγον ο Παύλος λέγων: «Του εν ημίν λαλούντος Χριστού».
Ας φέρωμεν λοιπόν τους Θεολόγους Αποστόλους εις το μέσον, και ας ακούσωμεν εξ’αυτών τι μας παραγγέλουν περί των αθέων αιρετικών. Ειπέ ημίν, μακάριε Πέτρε, όπου σε εμακάρισεν ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Ειπέ μας περί των πλανώντων και μελλόντων εξαπατάν την του Χριστού Ποίμνην, την οποίαν σου την παρέδωκε και σου την εμπιστεύθη ο Αρχιποίμην και Επίσκοπος των ψυχών ημών. Ειπέ όσα σου εχάρισε το Πνεύμα το Άγιον, και δυνάμωσον την Ποίμνην σου κατά των κρυφών λύκων,καθώς και ο διδάσκαλος σου Χριστός ο Κύριος ημών. Ο μακάριος Πέτρος είπε: «Τούτο πρώτον γινώσκετε, ότι έρχονται εν ταις υστεριναίς ημέραις εμπαίκται, να πορεύωνται κατά τας ιδίας επιθυμίας», και πάλιν λέγει: «Από εσάς θέλουν γενούν ψευδοδιδάσκαλοι, οι οποίοι θέλουν κάμει αιρέσεις απωλείας, και τον Δεσπότην τον αγοράσαντα αυτούς αρνούμενοι, και πολλοί θέλουν εξακολουθήσει την πλάνην αυτών, των οποίων η ανταπόδοσις δεν αργεί, και η απώλεια ου νυστάξει. Της κατάρας τέκνα, διατί αφήκαν τον ίσιον δρόμον και περιπατούν κατά την πλάνην του νοός αυτών». Ταύτα είπεν ο Πέτρος,ο αληθώς μακάριος Πέτρος, η πέτρα της Πίστεως, εις την οποίαν ωκοδόμησεν ο Χριστός την Εκκλησίαν. Πέτρος όπου κρατεί τα κλειδιά της Βασιλείας των ουρανών. Πέτρος όπου επεριπάτησεν επάνω εις τα κύματα, ο Θερμός εραστής του Δεσπότου Χριστού, ο θανατώσας τον Σίμωνα τον μάγον εις την Ρώμην, ως Πρωτοκορυφαίος και Προστάτης, τον πρωτοληστήν και κλέπτην, και μαθητήν του διαβόλου εις τας αιρέσεις. Πάλιν ο Ιωάννης είπε: «Φανερά εστί τα έργα του διαβόλου». Βλέπεις πως εις όλους ο Χριστός λαλεί; διότι και εις το Ευαγγέλιον τα όμοια είπε προς αυτούς, ότι εσείς από τον πατέρα σας τον διάβολον είσθε. Ηξεύρω πολλούς όπου λέγουν, ότι και αυτός ο Θεός έπλασε λέγοντας, πως χωρίς του Θεού δεν εγίνηκεν ουδέν πράγμα, μη νοώντας τι είναι εκείνα όπου λέγουσιν, ουδέ δια ποία βεβαιώνουσιν. Ότι μεν ο Θεός τους έκτισε, το λέγω και εγώ, αλλά τους έκτισε δια να κάμνουν έργα καλά, δια να τους ακολουθούμεν, και να γενούμεν τέκνα Θεού δια της Ορθής Πίστεως. Αλλ’επί το προκείμενον ας γυρίσωμεν, ο Ιωάννης είπε: «Και τώρα πολλοί αντίχριστοι εγίνηκαν», και πάλιν λέγει «Βλέπετε εαυτούς, δια να μη χάσετε εκείνα όπου εδουλεύετε, ότι πολλοί πλάνοι εφάνηκαν εις τον κόσμον». Και πάλιν «Αγαπητοί, μη παντί πνεύματι πιστεύετε», ήγουν εις πάσαν διδασκαλίαν μην πιστεύετε «αλλά δοκιμάζετε τα πνεύματα, εάν ήναι από του Θεού, (Συγχωρέστε την παρέμβαση της αναξιότητάς μου.)
{Πρωτοφανής,προκλητική και διεστραμμένη πέρα ως πέρα, η αιρετική (παπική) αντίληψη των ΑΝΤΙ-χρίστων σήμερα, όπου δεν θέλουν το ευλογημένο ποίμνιο να δοκιμάζει (να εξετάζει) τα πνεύματα των ομιλούντων αν είναι από του Θεού. Απαιτούν τυφλή υπακοή,ως έχοντες το αλάθητο. Πλανηθέντες αισθάνονται πνευματικότεροι και ανώτεροι του Ιωάννου της Βροντής και αντιτάσσονται στον Λόγο του. Ως άφρονες ,διεστραμμένοι, ΔΕΝ γνωρίζουν τι τους περιμένει!!..
Οι δε ακολουθούντες αυτούς,ως άβουλοι και αδύναμοι,ιδιοτελείς «τη απωλεία παραδίδονται»,ακόμη και αν αγνοούν.} ότι πολλοί ψευδοπροφήται ήλθον εις τον κόσμον» και πάλιν λέγει: «Είτις έρχεται προς εσάς, και δεν φέρει ταύτην την διδαχήν μαζύ του, μη τον δέχεσθε εις τα σπήτια, και μη τον χαιρετάτε, διότι όποιος τον χαιρετά, κοινωνεί εις τα έργα του τα πονηρά» και πάλιν λέγει: «Καθ’ένας όπου παραβαίνει, και δεν στέκεται εις την διδαχήν του Χριστού, Θεόν δεν έχει».Ταύτα λέγει ο Ιωάννης, ο Υιός της βροντής, ο ηγαπημένος υπέρ πάντας τους Αγίους,ο στερεώσας από περάτων έως περάτων της οικουμένης την Εκκλησίαν. Ο Ιωάννης όπου έφραξε τα στόματα των αιρετικών με την Θεολογίαν.
Ο Ιάκωβος δε είπεν: «Όστις θέλει να ήναι φίλος αυτού γίνεται εχθρός του Θεού». Ακούσατε όλοι όσοι φιλιώνεσθε και τρώγετε με τους αιρετικούς, οδυνηράν απόφασιν, ότι του Χριστού εχθροί έστε. Διότι ουδέ εκείνος όπου φιλιώνεται με τους εχθρούς του βασιλέως ημπορεί να ήναι φίλος αυτού, αλλ’ουδέ να ζήση είναι άξιος, αλλά μαζί με τους εχθρούς τον αφανίζει. Και ο Ιούδας του Ιακώβου είπεν: «Εφάνηκαν τινές άνθρωποι, οι έκπαλαι προγεγραμμένοι, εις τούτο το κρίμα ασεβείς, μεταβάλλοντες την του Θεού χάριν εις ασέλγειαν, και τον μόνον Δεσπότην και Κύριον Ιησούν Χριστόν αρνούμενοι». Και πάλιν λέγει «Εις τους υστερινούς χρόνους γίνονται εμπαίκται να πορεύωνται κατά τας ιδίας αυτών επιθυμίας των ασεβειών. Ούτοι είναι εκείνοι, όπου περνούν την ζωήν τους αφόβως ως φθάσουν, νέφελα, άνυδρα,όπου τα σύρνει κάθε άνεμος, αστέρες πλανήται, οις ο ζόφος του σκότους εις αιώνας τετήρηται». Ταύτα και άλλα περισσότερα μας παραινεί ο καλός Ιούδας. Έλα λοιπόν και συ, Παύλε, το σκεύος της εκλογής, ειπέ μας και συ κατά την χάριν την δοθείσαν σοι εκ Θεού, ειπέ μας περί του παρόντος πονηρού καιρού. Φανέρωσον τους κρυφούς λύκους, παρρησίασον και πόμπευσον τους κλέπτας και ληστάς της Αγίας Ποίμνης Χριστού του Θεού ημών. Ο Παύλος είπεν. «Εγώ ηξεύρω,ότι μετά την τελείωσίν μου έρχονται λύκοι βαρείς εις εσάς να μη λυπούνται την ποίμνην μου». Βλέπεις ισολογίαν Προφητών και Αποστόλων άμα. Βλέπεις τους Θεολόγους πως συμφωνούν πανταχού τα λόγια τους περί των αθέων αιρετικών, σκυλία καλούντες αυτούς και λύκους, καθώς λέγει και αλλού ο Παύλος. «Βλέπετε τα σκυλία, βλέπετε τους κακούς εργάτας, βλέπετε την κατακοπήν, βλέπετε να μην ήναι τις όπου σας πλανά δια της φιλοσοφίας και ματαίας πλάνης. Βλέπετε ακριβώς πως περιπατείτε, ότι αι ημέραι πονηραί εισί». Τι απολογίαν έχει να δώση ο ακούων ταύτας τας παραγγελίας εάν αμελήση; Και αλλού πάλιν λέγει: «Πολλών ειδών και παράξεναις διδαχαίς μη ταις παραδέχεσθε».Και πάλιν: «αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν, φεύγε απ’ εκείνον». Και πάλιν: «Πονηροί δε άνθρωποι και γόητες θέλουν προκόψει εις το χειρότερον, πλανώντες και πλανώμενοι».
Ακούσατε πάλιν όσοι φιλιώνεσθε με αυτούς. «Τοις δε μεμιασμένοις ουδένα είναι καθαρόν, δια να φύγετε από της οργής της ερχομένης επ’αυτούς». Και όσοι μένετε με αυτούς εις φαγοπότια, πως αποτολμάτε και μεταλαμβάνετε τα Θεία και Φρικτά Μυστήρια του Χριστού; Ή δεν ακούετε τον μακάριο Παύλον όπου φωνάζει ότι δεν δύνασθε να τρώγετε από της Τραπέζης του Κυρίου, και από της Τραπέζης των δαιμονίων;
Ευγάτε από το μέσον τους λέγει ο Προφήτης, και ακαθάρτου μη άπτεσθε. Άρα μας ακούετε εις ταύτα όπου λέγομεν; άρα σας καταπείθομεν, ή αδίκως κοπιάζομεν και λαλούμεν εις τον αέρα; Όμως δια τους θέλοντες και σπουδάζοντας δια να ακούσουν τον λόγον, και να τον κάμνουν, δεν θέλω κακίσει, ουδέ να παύσω τα λόγια του Παύλου,αλλά τα αυτά πάλιν λέγω,και ακούσατε. «Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις, τις γαρ κοινωνία φωτί και σκότει»; Πού είναι οι θρασύστομοι και ματαιολόγοι,όπου λέγουν ότι δεν είναι ταύτα εκ της Θείας Γραφής, των οποίων Θεός η κοιλία και η δόξα και όπου αγαπούν όλα τα επίγεια.Ταύτα είπεν ο Παύλος,το στόμα της Εκκλησίας,το σκεύος της εκλογής, ο πολύαθλος και γενναίος Παύλος, η Θεόφθογγος λύρα, ο Χριστοκήρυξ και συγγραφεύς των δογμάτων, η σάλπιγξ του λόγου, ο ρήτωρ της ευσεβείας, η των Εθνών σαγήνη. Και οι μεν μακάριοι και Θεολόγοι Απόστολοι ταύτα και περισσότερα είπον περί των αθέων και απίστων αιρετικών οι δε Προφήται τα προτήτερα και αυτοί τα όμοια είπαν. Αλλ’ανάγκη είναι να τους φέρωμεν και αυτούς εις το μέσον. Είπε γαρ ο Δαυίδ: «Ουκ έστιν εν τω στόματι αυτών αλήθεια», και πάλιν λέγει, «Κύριε, τους μισούντάς Σε εμίσησα, και επί τους εχθρούς Σου εξετηκόμην, τέλειον μίσος εμίσουν αυτούς εις εχθρούς εγένοντό μοι». Και ο σοφός Σολομών είπεν: «Ότι ασεβείς υποκρίνονται ευσεβείν» και πάλιν λέγει: «Υιέ,μη σε πλανήσουν άνδρες ασεβείς, μηδέ πορευθείς εν οδώ μετ’αυτών». Και ο Προφήτης Ησαΐας είπε, μάλιστα ο Θεός δια του Προφήτου λέγει: «Υιούς εγέννησα και ύψωσα, αυτοί δε με ηθέτησαν»,και πάλιν λέγει: «Ουκ έστι χαίρειν τοις ασεβέσι λέγει Κύριος». Άρα αρκούσι ταύτα, ή να φέρωμεν εις το μέσον όλους τους Προφήτας λέγοντας τα όμοια; αλλά φθάνουσι και ταύτα προς εκείνους όπου αγαπούν να τα κάμνουν, διότι εκείνος όπου δεν πείθεται εις όσα είπομεν, ουδέ εις τα πολλά θέλει ακούσει. Αλλ’ακόμη ολίγον ας διατρίψωμεν εις τα λόγια του Προφήτου Δαυίδ, και να ιδούμεν πως στηλιτεύει και φανερώνει τον κεκρυμμένον δόλον εις αυτούς και λέγει: «Ουκ έστιν εν τω στόματι αυτών αλήθεια,η καρδία αυτών ματαία». Βλέπεις του Προφήτου την σύνεσιν, πως δημοσιεύει και ξεσκεπάζει και πομπεύει τους κενοδόξους, δια να μη πλανηθώμεν ημείς; Ακούσατε, Ορθόδοξοι και μη ανακατώνεσθε με τους αιρετικούς, ακούσατε Ποιμένες και φρίξατε,και μη σιγάτε, αλλά κηρύττετε τον δόλον της ασεβείας αυτών. Μη δίδετε τόπον τω διαβόλω, μην αφίνετε θύραν τοις λύκοις. Μιμηθήτε τον μακάριον Απόστολον Πέτρον, όπου βλασφημούντος εις την Ρώμην του τρισκαταράτου Σίμωνος,και λέγοντος, πως αυτός ήτον η δύναμις του Θεού, ούτε καν προς ώραν εσιώπησεν, ή υπέμεινεν, αλλ’ ελέγξας αυτόν, και ψεύστην αποδείξας και ληστήν και αντίθεον, και εγκρεμνίσας αυτόν, παρέδωκεν εις την απώλειαν. Ομοίως δε και τον υιόν αυτού, μάλλον δε του διαβόλου, τον μιαρόν Μουντανόν και ακάθαρτον και άθεον, μετα δύο μοιχαλίδων, με πολλήν σπουδήν ελέγξας ο Άγιος Απόστολος, και άθεον και ψευδόχριστον, και ψευδοπροφήτην αποδείξας εφίμωσε και έφραξε το μιαρόν αυτού στόμα εν τω ονόματι Ιησού Χριστού, μη μακροθυμήσας, μηδέ υπομείνας καιρόν εις την αυτού βλασφημίαν. Ούτω κάμνετε και σεις, ω Ποιμένες «και μη συγκοινωνείτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους, μάλλον δε και ελέγχετε», καθώσπερ και οι Απόστολοι, και ο Θεοπάτωρ Δαυΐδ, όπου έλαβε περί αυτών πολλούς κόπους και πολλούς αγώνας, ελέγχων και στηλιτεύων, και φωνάζων προς τον Θεόν κατ’αυτών και λέγων: «Έως πότε αμαρτωλοί, Κύριε, έως πότε αμαρτωλοί καυχήσονται; Διασκόρπισον αυτούς εν τη δυνάμει Σου. Δος αυτοίς κατά τα έργα αυτών, εν τη πόλει Σου την εικόνα αυτών εξουδενώσεις, ότι εκείνα όπου τελειώνεις Εσύ, αυτοί τα χαλούν». Και πάλιν επαρακάλει ο Δαυΐδ,κάμνων δεήσεις προς τον Θεόν, δια να έλθη αυτός ο ίδιος να τελειώση το ζήτημά Του, και έλεγε: «Κύριε,κλίνον ουρανούς και κατάβηθι. Κύριε, μη χρονίσης. Ταχύ προκαταλαβέτωσαν ημάς οι οικτιρμοί Σου, Κύριε». Και ο Φιλάνθρωπος Θεός όπου θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, και να έλθουν εις επίγνωσιν της αληθείας, ο εγγύς πάσι τοις επικαλουμένοις Αυτόν εν αληθεία, δεν παρήκουσεν, ουδέ εκαταφρόνησε την δέησιν των Αγίων, αλλ’ έκλινεν ουρανούς και κατέβει και πάντα οικονόμησεν εις σωτηρίαν του γένους ημών, και τα έδειξε όλα, κάμνοντας και διδάσκοντας.
Είτα θέλων να δείξη ότι όσοι θέλουν να ήναι προεστοί των εκκλησιών, ούτω να διώκουν τους αιρετικούς, εποίησε φραγγέλιον από σχοινί, και εμπήκε και εξέβαλε πάντας από το Ιερόν, και τους εδίωξε λέγων: «Ο οίκος μου είναι οίκος προσευχής, και σεις τον εκάματε σπήτι των ληστών»;
Ακούσατε οι προεστώτες των εκκλησιών, διότι δι’ εσάς έδειξε καλόν παράδειγμα, δια να ακολουθήτε καταπόδι του, και να προσέχετε πανταχόθεν τους λύκους, και να διώχνετε, και να φυλάγετε την Ποίμνην αβλαβή. Και όταν τους εύγαλεν όλους έξω, δηλονότι τους φρονούντας τα εναντία, τέλος είπε και την ερήμωσιν αυτών και τον αφανισμόν, οπού έμελλε να τους έλθη κατά γενεάν και γενεάν τοις τα εναντία φρονούσι, λέγων: «Ιδού αφίεται ο οίκος υμών έρημος». Οράς, πώς οι λόγοι εγίνηκαν έργα; διότι οι εχθροί και επίβουλοι της Εκκλησίας, ήγουν οι αιρετικοί, καθ’εκάστην γενεάν τη απωλεία παραδίδονται, κατά τον λόγον του Κυρίου, όπου είπεν «ότι πάσα φυτεία όπου δεν την εφύτευσεν ο Πατήρ μου, εκριζωθήσεται», το οποίον και έγινε, διότι αυτός πρώτος το έκαμε τούτο και το απέδειξε. Μετά δε την εις ουρανούς αυτού Ανάληψιν πάλιν επολέμησαν με αυτούς οι μακάριοι Απόστολοι, και ύστερα απ’αυτούς τα θεία τούτων δόγματα και οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, και αι κατά καιρόν γενόμεναι Άγιαι Σύνοδοι. Τούτους εκριζώσαντες, δηλονότι, όσους δεν εμετανόησαν, τους παρέδωκαν εις την απώλειαν, κατά το γεγραμμένον. «Ότι απολείς πάντας τους λαλούντας το ψεύδος», ή ουχί πάντες ηφανίσθησαν και απώλοντο δια την ανομίαν αυτών; Διότι πού είναι όσοι επολεμούσαν τότε την Εκκλησίαν βασιλείς και δυνάσται και σοφοί δεν εδιασκορπίσθησαν και αφανίσθησαν, ωσάν να μην ήσαν; Πού είναι το φρύαγμα και η θρασύτης των Ιουδαίων; πού είναι ο Σύμων ο μάγος, ο πρώτος αιρετικός, ο μαθητής του διαβόλου και των Ιουδαίων και πρόδρομος του αντιχρίστου; πού είναι το κακόν αυτού γένημα και της αυτού βλασφημίας και ασελγείας διάδοχος. Μουντανός ο έξαρχος των κακών, μετά των δύο μοιχαλίδων; και όσα λέγονται μυσαρά αυτών και βδέλυκτα και ακάθαρτα, τα οποία δεν είναι πρέπον να φανερωθούν; δια τα οποία έλεγε και ο Απόστολος. «Τα γαρ κρυφή γενόμενα υπ’αυτών αισχρών εστί και λέγειν». Πού είναι ο Μαρκίων; πού ο Ουάλης; πού ο Μάνεντας; πού ο Βασιλίδης; πού ο Νέρων; πού ο Ιουλιανός; πού ο Άρειος; πού ο Νεστόριος; πού άπαντες οι αντιπολεμούντες την Εκκλησίαν; ως λέγει και ο Δαυΐδ. «Εκύκλωσάν με κύνες πολλοί». Δεν απωλέσθησαν πάντες και διεσκορπίσθησαν δια την βλασφημίαν τους, και εξεδιώχθησαν ώσπερ λύκοι, διότι ηύραν τους εναντίους και γενναίους πολεμιστάς και Ποιμένας,τους Προεστούς των Εκκλησιών του καιρού εκείνου, τους μακαρίους άνδρας;
Αλλά πολλήν διαφοράν βλέπω των τότε ποιμένων, και των του καιρού τούτου. Εκείνοι ήσαν πολεμισταί, ούτοι δε φυγάδες. Εκείνοι αγωνισταί, και ούτοι φαγάδες. Εκείνοι εκαλλώπιζον βιβλία και δόγματα, και ούτοι καλλωπίζουν φορέματα και γέλια. Ούτοι, ωσάν μισθωτοί αφήνουν τα πρόβατα και φεύγουσιν, εκείνοι δε την ψυχήν έθηκαν υπέρ των προβάτων και εμιμήθηκαν τον ποιμένα τον καλόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Ω των μακαρίων εκείνων ανδρών των οποίων τα ονόματα εγράφησαν εν βίβλω ζωής, τους οποίους έφριξαν οι δαίμονες και ετρόμαξαν οι αιρετικοί. Δια των οποίων εφράγη παν στόμα λαλούντων άδικα. Μου έρχεται λοιπόν να ειπώ και εγώ ομοίως με τον Δαϋίδ,ο οποίος έλεγεν οδυνώμενος, «που εισί τα ελέη σου τα αρχαία Κύριε»; να ειπώ και εγώ δακρύζοντας, που είναι ο μακάριος χορός εκείνος των Επισκόπων και διδασκάλων, οι οποίοι έλαμπον εις τον κόσμον ωσάν φωστήρες, επέχοντες λόγον ζωής;
Αυτώ η Δόξα εις τους αιώνας
Αμήν
Τέλος του 2ου μέρους (θα ακολουθήσει το 3ο και τελευταίο)
Σας μεταφέρει ταπεινά με εν Χριστώ αγάπη και ενδιαφέρον
ο Γεώργιος Φλώρος