Η συγκλονιστική μαρτυρία του πνευματικού τέκνου τού μακαριστού Μάνης, που «έφυγε» από ανακοπή καρδιάς την ώρα της θείας λειτουργίας
«Χριστόδουλε, φεύγω, παιδί μου. Γεια σου». Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια του μακαριστού Μητροπολίτη Μάνης Χρυσοστόμου προτού αφήσει την τελευταία του πνοή κάτω από την Αγία Τράπεζα.
Ο μακαριστός Μητροπολίτης εξεδήμησε εις Κύριον στις 8 Νοεμβρίου, σε ηλικία 84 ετών, στην Αρεόπολη, ενώ η εξόδιος ακολουθία του εψάλη στις 10 του μηνός, παρουσία Αρχιερέων, τοπικών Αρχών, κλήρου και πλήθους πιστών.
Συγκλονιστικές είναι οι μαρτυρίες του πνευματικού του παιδιού αρχιμανδρίτη Ανδρέα Μπολοβίνου, ο οποίος αποκάλυψε ότι πριν από περίπου έναν μήνα ο καρδιολόγος στο Ωνάσειο που παρακολουθούσε την υγεία του μακαριστού Χρυσοστόμου έκρινε ότι είχε έρθει η στιγμή να βάλει βηματοδότη. Του το είχε προτείνει, ωστόσο ο μακαριστός Μάνης ήταν κατηγορηματικός. «Δεν θα εκβιάσω Κύριον τον Θεό μου με ένα μηχανάκι. Την πνοή τη δίνει και την παίρνει ο Θεός» ήταν η κάθετη απάντηση που είχε δώσει στον γιατρό του.
«ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΛΑΒΩ»
Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι ότι ανήμερα την εορτή των Ταξιαρχών, παρόλο που πονούσε φρικτά στη μέση, ξύπνησε πολύ νωρίς και επισκέφθηκε αμέσως στο κελί του τον π. Ανδρέα, στον οποίο είπε: «Σήκω, πρέπει να προλάβω». Όταν εκείνος του επισήμανε ότι ήταν ακόμη πολύ νωρίς, ο μακαριστός απάντησε: «Για μένα δεν είναι νωρίς. Γιορτάζουν οι άγγελοι. Ξέρεις τι είναι οι άγγελοι; Σήμερα θα χοροστατήσω».
Όλοι οι ιερείς, μάλιστα, που παρευρίσκονταν εκείνη την ημέρα στον ιερό ναό παρατήρησαν -και το συζητούσαν έντονα- πως ο Δεσπότης τους στη θεία λειτουργία είχε πρωτόγνωρη διάθεση και όρεξη. Εντύπωση έκανε, εξάλλου, και το γεγονός ότι μίλησε για την πίστη, τις δυσκολίες της εποχής και τη Μάνη λίγο πριν από την απαγγελία του Συμβόλου της Πίστεως, σαν να ήξερε ότι δεν θα ήταν παρών κατά την ώρα του κηρύγματος.
Στη συνέχεια, αψηφώντας τους πόνους στη μέση, στον καθαγιασμό, γονάτισε και σηκώθηκε, είπε: «Ποίησον τον μεν άρτον τούτον» και ξαναγονάτισε. Εκείνη τη μοιραία στιγμή ο μακαριστός γνώριζε ότι δεν θα ξανασηκωνόταν. Έστρεψε το κεφάλι του προς τον διάκονό του, τον π. Χριστόδουλο, και, αποχαιρετώντας τον με τα λόγια: «Χριστόδουλε, φεύγω, παιδί μου. Γεια σου», έγειρε κάτω από την Αγία Τράπεζα. Εκεί το Άγιο Πνεύμα, που Το επικαλέστηκε άνωθεν για τον καθαγιασμό, σαν να τον πήρε μαζί Του, συνοδεία αγγέλων.