"Δεν συντελέστηκε γενοκτονία στον Πόντο" έγραψε και τον έκαναν Ειδικό Γραμματέα Υπουργείου !!!
«Δεν συντελέστηκε Γενοκτονία στον Πόντο και τη Μικρά Ασία»
- «Στην Ηπειρο προμελετημένη εθνοκάθαρση των... Τσάμηδων από τους Ελληνες»
Έναν ιστορικό που μιλά για «προμελετημένη εθνοκάθαρση» των Τσάμηδων από τους Έλληνες, που αμφισβητεί τη Γενοκτονία των Ποντίων και εξισώνει τις σφαγές στον Πόντο και τη Μικρά Ασία από τους Τούρκους με «τις σφαγές της μειονότητας» στην Τσαμουριά επέλεξε η κυβέρνηση για τη θέση του νέου ειδικού γραμματέα Ιθαγένειας!
Την ώρα που η αλυτρωτική ρητορική των γειτόνων μας βρίσκεται σε έξαρση, η τοποθέτηση στο κρίσιμο αυτό πόστο του 51χρονου διδάκτορα Ιστορίας Λάμπρου Μπαλτσιώτη, προκειμένου να επιταχύνει τις διαδικασίες απόδοσης της ελληνικής ιθαγένειας σε αλλοδαπούς, αποκτά προφανώς ιδιαίτερη, αν όχι ανησυχητική σημασία.
Δεδομένου ότι ο εν λόγω διορισμένος ως ειδικός επιστήμονας στον Συνήγορο του Πολίτη ιστορικός αναφέρεται δημοσίως στη «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και εναντιώνεται με παρεμβάσεις του στη «δεξιά ποντιακή αφήγηση», μάλλον δεν συνεισφέρει με τις απόψεις του στην υγιή και ψύχραιμη, απαλλαγμένη από υπερβολές και μονομέρειες, αποτίμηση της ιστορικής μνήμης.
Λόγω της ενασχόλησής του με την ανάδειξη των ευαίσθητων ζητημάτων των μειονοτήτων στην υποτιθέμενη -όπως χαρακτηρίζεται από μεγάλη μερίδα της επιστημονικής κοινότητας των ιστορικών- προσπάθειά του αποδυνάμωσης των εθνικισμών, ο ίδιος θεωρείται από πολλούς συναδέλφους του ως θιασώτης της απλοποίησης και της επιτάχυνσης των διαδικασιών για την κτήση ιθαγένειας. Διαδικασίες που έχει θέσει ως προτεραιότητα η σημερινή κυβέρνηση.
Στο σημείο αυτό της μελέτης το κυβερνητικό στέλεχος κάνει αναφορά και στη «Δημοκρατία της Μακεδονίας»! «Τα τελευταία πέντε περίπου χρόνια αναπτύσσεται στην Αλβανία ένας εθνικιστικός λόγος στον οποίο η Τσαμουριά κατέχει προνομιακή θέση δίπλα στο Κόσοβο και τη Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Αναφορά σε «Μακεδόνες» και «μακεδονική μειονότητα» κάνει ο ιστορικός και στη μελέτη του «Η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας: Μια προσπάθεια προσέγγισης». Εξάλλου, ο κ. Μπαλτσιώτης συμμετείχε το 2010 στην ημερίδα με τίτλο «Από κοινού οικοδομούμε γέφυρες», η οποία πραγματοποιήθηκε στα Σκόπια με ομιλητές Σκοπιανούς και Έλληνες ιστορικούς σε μια προσπάθεια γεφύρωσης των διαφορών των δύο χωρών μέσω της Ιστορίας. Αναφορικά με τους Έλληνες της Αλβανίας, στην παραπάνω ανάλυση επισημαίνει: «Ο αλυτρωτικός (πια) όρος Βόρειος Ήπειρος χαρακτηρίζει τα εδάφη που ακόμα διεκδικούνταν από την Ελλάδα και ο όρος Βορειοηπειρώτης αντίστοιχα τους ορθόδοξους πληθυσμούς που κατοικούσαν σε αυτά.
Μέχρι και σήμερα, ως επιχείρημα της ελληνικότητας αυτών των περιοχών προτάσσεται η ύπαρξη ελληνικών σχολείων σε πολλές ορθόδοξες κοινότητες μέχρι τη δημιουργία του αλβανικού κράτους ή και αργότερα. Το επιχείρημα αυτό είναι αβάσιμο».
Στο περιοδικό «Χρόνος» αμφισβήτησε τη Γενοκτονία των Ποντίων
Στο μεταξύ, ιδιαίτερη σύνδεση της Γενοκτονίας των Ποντίων με την υπόθεση των Τσάμηδων επιχειρείται στο κείμενο του κ. Μπαλτσιώτη με τίτλο «Ποιον ωφελεί η αναδιάταξη της θέσης των Ποντίων» που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2013 στο περιοδικό «Χρόνος». Αναφερόμενος στη χρήση του όρου «γενοκτονία» για τις σφαγές των Τούρκων στον Πόντο γράφει: «Αν ανήκουμε, λοιπόν, σε όσους επικροτούν τη χρήση του όρου ως ιστορικού αναλυτικού εργαλείου, θα μπορούσε να αποδεχθεί κανείς την ποντιακή γενοκτονία, καθώς όπως είδαμε το κάνουν κάποια μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας για ήσσονος σημασίας συμβάντα, αν και πάλι θα έπρεπε να δικαιολογηθεί η χρήση του όρου.
Ερχόμενοι στην ελληνική περίπτωση, οι “χρήστες” του όρου θα πρέπει προφανώς με συνέπεια να τον χρησιμοποιούν, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των μουσουλμάνων Τσάμηδων ή ακόμη και κάποιων πράξεων που έκαναν αντάρτικα σώματα στον Πόντο».
Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα υποστηρίζει ότι δεν συντελέστηκε γενοκτονία στον Πόντο συγκριτικά με τις σφαγές των Αρμενίων από τους Τούρκους, κάνοντας λόγο για «ψευδοεπιστημονική βιβλιογραφία». «Με αφετηρία τα παραπάνω, δηλαδή τη θεώρηση της “βαρύτητας” και τη σύγκριση με τους Αρμένιους, δεν συντελέστηκε γενοκτονία στον Πόντο και παράλληλα βέβαια στη Μικρά Ασία. Είναι προφανές ότι αυτό έρχεται σε αντίθεση με μια λαϊκή ιστοριογραφία, αλλά και την εθνική, βασισμένες είτε σε πραγματικές μαρτυρίες είτε σε κατασκευές, αλλά ακόμη και σε μυθεύματα.
Έχει δημιουργηθεί μια ψευδοεπιστημονική βιβλιογραφία, στην οποία μετέχουν και κάποια μέλη της κοινότητας των ιστορικών, που πολλές φορές αποδέχονται στοιχειωδώς χαλκευμένα στοιχεία, όπως για παράδειγμα αυτά του πληθυσμού στον Πόντο πριν από τις εκκαθαρίσεις και των θυμάτων τους, ή που δυστυχώς κατασκευάζουν άλλα, όπως των υποτιθέμενων “κρυπτοχριστιανών” που έμειναν πίσω».
Στο ίδιο άρθρο, αφού εκφράζει την πεποίθησή του ότι το ερώτημα για τον αν συντελέστηκε γενοκτονία στον Πόντο είναι πολιτικό και όχι ιστορικό, σημειώνει με κάποια έλλειψη σεβασμού, προς την ξεριζωμένη από την πατρογονική της γη, δραστήρια και ακμάζουσα σήμερα στη Ελλάδα και τον κόσμο, ποντιακή κοινότητα: «Από την καθιέρωση της Ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας, που άλλωστε προτάθηκε από τη μεριά του ΠΑΣΟΚ, μέχρι την προσθήκη της ποντιακής φορεσιάς στην προεδρική φρουρά, βλέπουμε ένα συνεχές στην αναδιάταξη της θέσης των Ποντίων.
Παράλληλα αναπτύχθηκε μια ολόκληρη βιομηχανία επένδυσης στο ποντιακό, όπου από πολιτικούς, τοπικούς παράγοντες και ακαδημαϊκούς, μέχρι γυμναστές-χορογράφους και εταιρείες τροφοδοσίας αναπαρήγαγαν -και οικονομικά- το ίδιο το ζήτημα, αλλά και τον ρόλο του στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Θεωρώ δε ότι όλα αυτά τα είχαν ήδη εγκολπωθεί και τα διαχειρίζονταν όχι μόνο οι εργολάβοι του ποντιακού, αλλά όλοι οι αντιτιθέμενοι στους “γραικύλους”, από τον Καραμπελιά και τον Καλεντερίδη μέχρι τον Χριστόδουλο και τον Παναγιώτη Ψωμιάδη, δηλαδή είχε ήδη διαχυθεί το ζήτημα στην ακροδεξιά, ειδικά στη Βόρειο Ελλάδα, αλλά όχι μόνο».
Παράλληλα, εκτιμώντας ότι οι γενοκτονίες «αυγαταίνουν κάθε χρόνο και η σημασία τους μειώνεται», επικεντρώνεται στο αφήγημά του, στο οποίο ισχυρίζεται ότι η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων οδήγησε την ελληνική πλευρά στην εκφορά εθνικιστικού και αλυτρωτικού λόγου. «Η γενοκτονία δηλαδή αποτελεί μια αναφορά, που ναι μεν ωφέλησε την κοινότητα, καθώς αναπροσάρμοσε τη θέση της στην ιεραρχία του εθνικού φαντασιακού, αλλά άνοιξε τον δρόμο για την άσκηση ενός εθνικιστικού, αν όχι λανθάνοντα αλυτρωτικού λόγου και ανάλογων επενδύσεων πολιτικού κεφαλαίου σε αυτόν.
Παράλληλα, εξελίχθηκε μια άλλη διαδικασία, αυτή της δημιουργίας ενός ιστορικού ενιαίου φαντασιακού Πόντου».
Οσοι ενδιαφέρονται, πάντως, για την πλήρη ανάπτυξη της συλλογιστικής του κ. Μπαλτσιώτη και την εξαγωγή των διατυπωμένων συμπερασμάτων του γι’ αυτό το ευαίσθητο ζήτημα, μπορούν να διαβάσουν σε πλήρη έκταση το άρθρο του στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.chronosmag.eu/index.php/ lplss-p-fl-ex-ths-p.html.
Οι αντιδράσεις των ιστορικών
Οι αντιδράσεις που πυροδότησε με τις συγκεκριμένες θέσεις του από ιστορικούς ποντιακής καταγωγής και όχι μόνο, οδήγησαν τον κ. Μπαλτσιώτη να επανέλθει δύο μήνες αργότερα με νέο άρθρο του στον ίδιο ιστότοπο, με τίτλο «Είτε ως ερμηνευτική αφετηρία είτε ως ερμηνευτικό ζητούμενο, η “γενοκτονία” δεν μπορεί παρά να δρα αποπροσανατολιστικά», όπου αρνείται ότι ανήκει στους «αρνητές της ποντιακής-μικρασιατικής γενοκτονίας», αλλά δεν θεωρεί ότι (η γενοκτονία) είναι όρος ιστορικής ανάλυσης και «ταξινόμησης».
Παράλληλα, δηλώνει ευθαρσώς αριστερός ιστορικός. «Όσο για τον χαρακτηρισμό μου ως “αριστερού ιστορικού”, η αλήθεια είναι -για να μιλήσω συναισθηματικά- τον αποδέχομαι και εναντιώνομαι σε μια “δεξιά” ποντιακή αφήγηση». Και καταλήγει: «Είτε ως ερμηνευτική αφετηρία, είτε ως ερμηνευτικό ζητούμενο, η “γενοκτονία”, όπως κάθε άλλη τέτοιου τύπου έννοια, δεν μπορεί παρά να δρα αποπροσανατολιστικά και να δημιουργεί νέες αφηγήσεις που “ποιοτικά” δεν διαφέρουν από τις στρατευμένες εθνικές ή άλλες αφηγήσεις όπως τις γνωρίσαμε -μάλιστα μέχρι πρόσφατα- στην Ελλάδα και την Τουρκία». Βλ. www. chronosmag.eu/index.php/lplss- f-g-e-p-p-e-ppsls.html
Επιστημονικοί κύκλοι, πάντως, αναφερόμενοι στο φορτισμένο ιδεολογικά έργο καθώς και στις αριστερόστροφες μελέτες και έρευνες του νεοδιορισμένου επικεφαλής της Ειδικής Γραμματείας Ιθαγένειας, εκτιμούν ότι τέτοιες αντιλήψεις μπορούν να τροφοδοτήσουν τυφλές εντάσεις ανάμεσα στους αυτόκλητους «εθναμύντορες» που εκφράζουν την «οργή» και την «αγανάκτησή» τους κατά του λεγόμενου εθνομηδενισμού.
Προφανώς την ευθύνη για την επιλογή και την τοποθέτηση του κ. Μπαλτσιώτη σε ευαίσθητη θέση την έχει η κυβέρνηση, η οποία το λιγότερο επωμίζεται και το βάρος των «εξεζητημένων», αν όχι ακραίων, ιστορικών του τοποθετήσεων, αν δεν συμφωνεί απόλυτα με αυτές. Ωστόσο, κατά την άσκηση των καθηκόντων του για τη διεκπεραίωση και την επιτάχυνση σε υποθέσεις κτήσης ιθαγένειας από αλλοδαπούς, που επιθυμεί ασμένως η κυβέρνηση, απαιτείται ορθολογισμός και διαφάνεια.